Οι άνθρωποι είναι πλασμένοι με έντονο το αίσθημα του ανήκειν, αίσθημα που συνειδητοποιούν περισσότερο μετά από μακρές περιόδους απομόνωσης και μοναξιάς.
Το αίσθημα αυτό, αποκτάται για τους περισσότερους ανθρώπους μέσα από τρεις δυναμικές: της αγάπης που κατευθύνεται προς τους ανθρώπους ή άλλα όντα και ειδικά προς το σύντροφο, της εργασίας μας και τέλος, της κατανόησης του τί σημαίνει να είμαστε ο εαυτός μας, ως χωριστές, αυθύπαρκτες υπάρξεις.
Στη ζωή μας συνεπώς, τελούμε τρεις γάμους και όχι έναν: με την εργασία, με τον εαυτό μας και με το σύντροφό μας.
Ο πρώτος γάμος: ο σημαντικός σύντροφος
Οι προσπάθειές μας να κάνουμε έναν επιτυχημένο γάμο ως ενήλικες εξαρτώνται συχνά από την εικόνα του γάμου που έχει γραφεί μέσα μας κατά την παιδική μας ηλικία. Έχοντας τελεστεί ανάμεσα σε δυο καλοπροαίρετους και σοφούς θεούς, αποτελεί παράδεισο για τα παιδιά, ασφαλές λίκνο για την διαμονή τους, δίνοντάς τους φτερά για την πορεία τους στον κόσμο.
Εάν όμως κατοικείται από θυμωμένους, δυσαρεστημένους ή απόντες γονείς, μπορεί να γίνει ένα μόνιμο πεδίο σύγκρουσης. Πολλές φορές είναι και τα δύο: ένας αέρας πνοής από τη μια αλλά και δοκιμασίες που προέρχονται από τη σχέση των γονέων ή από τις δυσκολίες με τα παιδιά.
Ο πρώτος γάμος έχει μία εμβληματική έννοια: είναι η ένωση δύο ανθρώπων για όσο καιρό φαντάζονται τον εαυτό τους στο μέλλον. Αποτελεί μια αναπαράσταση ή μια δραματοποιημένη εκδοχή, όλων των άλλων δεσμεύσεων που κάνουμε στη ζωή, επιδεικνύοντας δημόσια μία αυθεντική, πολύ προσωπική σχέση και ορκιζόμενοι πως θα την τηρήσουμε όσες δυσκολίες κι αν περάσουμε. Είναι ένας κώδικας που προέρχεται μέσα από την καρδιά μας και θα τον υπερασπιστούμε ως μία αυθεντική, ιδιαίτερη, ιδιωτική δέσμευση γεμάτη πάθος.
Ο δεύτερος γάμος: εργασία
Παρόλα αυτά, μπορούμε να ξεφύγουμε από τη δέσμευση αυτή αρνούμενοι την ιδέα ή καταφεύγοντας διαρκώς σε επιχειρήματα εναντίον του γάμου, όπως ρίχνοντας την ευθύνη στη αδυναμία σύναψης υγιούς σχέσης με τη μητέρα. Δεν συμβαίνει το ίδιο όμως με την εργασία, αφού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την επιβίωσή μας. Εξ ορισμού όλοι εμείς καταγόμαστε από προγόνους που επέζησαν δυσκολιών μέσα από ιστορικούς πολέμους, επιθέσεις άγριων ζωών κτλ.
Η εργασία τότε αποτελούσε ανάγκη: εξασφάλιζε φαγητό, επιβίωση και μια αίσθηση δύναμης υπεράνω συνθηκών. Η δουλειά υπήρχε και συνεχίζει να υπάρχει και να είναι ατελείωτη. Το ανταλλακτικό νόμισμα της δουλειάς, τα χρήματα δηλαδή, σημαίνουν ρύθμιση υποχρεώσεων από τη μία, έχουν αξία όμως και από μόνα τους αφού τροφοδοτούν ξανά τον φαύλο κύκλο με περισσότερη δουλειά.
Η εργασία λοιπόν θα έπρεπε να είναι ένας γάμος υπό πολλές έννοιες. Γιατί άλλωστε να ανεχόμαστε τόσα πολλά για τόσα χρόνια; Μάλλον δώσαμε κρυφούς όρκους να είμαστε πιστοί σε κάτι μεγαλύτερο από τις δυσκολίες της ζωής.
Ο τρίτος γάμος: ο εαυτός μας
Ίσως ο πιο δύσκολος από όλους, ο τρίτος γάμος, σε αντίθεση με τους δύο ορατούς, δημόσιους γάμους με το σύντροφο και τη δουλειά, είναι ο εσωτερικός και συχνά μυστικός γάμος με αυτά τα δύσκολα όρια του εαυτού μας. Ο γάμος με τον εαυτό που διαρκώς μεταβάλλεται, βρίσκεται στο κέντρο όλων των υπολοίπων σχέσεων. Κι αυτό που είναι θλιβερό και δύσκολο με αυτόν τον βαθύτερο εαυτό ο οποίος δαπάνησε χρόνο και ενδεχομένως δεσμεύτηκε με ένα πρόσωπο ή μια καριέρα, είναι ότι δεν είναι στάσιμος. Κινείται, μεταμορφώνεται και μας εκπλήσσει όσο ο,τιδήποτε στον έξω κόσμο με τον οποίο θέλει να δεσμευτεί.
Παρ’ όλα αυτά, στο μέσο μιας ανούσιας ζωής ξοδεύουμε τόσο πολύ χρόνο προσπαθώντας να βγάλουμε χρήματα ή να διατηρήσουμε μια σχέση, που αμελούμε τις απαραίτητες εσωτερικές μας δεξιότητες που μας βοηθούν να κυνηγήσουμε, να γνωρίσουμε και μετά να διατηρήσουμε ένα γάμο με τον άνθρωπο που βρίσκεται κρυμμένος μέσα μας.
Καμιά φορά η αδεξιότητά μας να σκιαγραφήσουμε τον βαθύτερό μας εαυτό, μπορεί να γίνει οδυνηρή. Εάν συνδεόμαστε με τον κόσμο με έναν τρόπο που προδίδει τις βαθύτερές μας πεποιθήσεις, τότε και οι απλές ερωτήσεις που θέτουμε στον εαυτό μας γίνονται οι πιο δύσκολες.
Η ανάγκη για ησυχία
Όλες οι μεγάλες στοχαστικές παραδόσεις, υποδεικνύουν την αδιαμφισβήτητη ανάγκη να έχουμε ησυχία στην ζωή μας. Αρχικά, η ησυχία ενεργοποιεί την οξυδέρκειά μας ανάμεσα σε τόσους θορύβους και στη συνέχεια μας βοηθά να χτίσουμε σιγά σιγά την ευτυχία μας, ως αυτοκυριαρχία και έπειτα να βρούμε τη φωνή που κρύβουμε μέσα μας.
Ο τρίτος γάμος με τον εσωτερικό εαυτό μας, μοιάζει να λειτουργεί με διαφορετικούς όρους από τις άλλες δύο συμβάσεις, συνάμα όμως να είναι αλληλένδετος με τα αφόρητα ερωτήματα της ύπαρξης τα οποία μας τρομάζουν όσο εμείς δεν κατορθώνουμε να τα απαντήσουμε. Όπως ένας εργένης που αδυνατεί να ανταπεξέλθει στη δέσμευση μιας ολοκληρωμένης σχέσης, έτσι κι εμείς αποφεύγουμε ερωτήματα που αναδύονται από την ησυχία και τη μοναξιά.