Ενός κακού μύρια έπονται. Πώς θα ήταν δυνατόν να διέφερε το άγχος;
Έχει αποδειχθεί ότι το χρόνιο στρες προκαλεί υπέρταση, σκληραίνει τις αρτηρίες, αποδυναμώνει το ανοσοποιητικό σύστημα, αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη, κατάθλιψης, ακόμα και αλτσχάιμερ και σίγουρα δεν μας κάνει ιδιαίτερα ευχάριστη παρέα για φίλους και γνωστούς.
Σήμερα, όμως, οι ερευνητές διαπιστώνουν ότι το χρόνιο στρες μπορεί να μεταβάλλει ακόμα και τη δομή του εγκεφάλου, δημιουργώντας νέες συνδέσεις, κατά τρόπους μάλιστα που το άγχος γίνεται ο πιο πιστός, ο μόνιμος σύντροφος της ζωής μας.
Στις αρχές του καλοκαιριού, μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science απέδειξε αυτήν ακριβώς την τρομερή δύναμη του άγχους. Ο Νούνο Σούζα του Ερευνητικού Ινστιτούτου Επιστημών Υγείας και ζωής στο Πανεπιστήμιο Μίνιο της Πορτογαλίας και οι συνεργάτες του περιγράφουν πειράματα που πραγματοποίησαν σε ποντίκια που έπασχαν από χρόνιο στρες. Όπως διαπίστωσαν, τα πειραματόζωα έχασαν την πονηριά τους και επαναλάμβαναν κάποιες συμπεριφορές, όπως παραδείγματος χάριν πατούσαν ένα μοχλό διαρκώς, για να λαμβάνουν τροφή που δεν είχαν καμιά πρόθεση να φάνε.
Οι διαφορές της συμπεριφοράς τους αντιστοιχούσαν σε αλλαγές στα νευρωνικά τους κυκλώματα. Από τη μια, οι περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονταν με την ικανότητα λήψης αποφάσεων και την προσπάθεια επίτευξης κάποιου στόχου είχαν συρρικνωθεί.
Αντιθέτως, είχε αυξηθεί η έκταση των περιοχών που συνδέονταν με τη δημιουργία εθισμών. Δηλαδή, τα τρωκτικά πλέον είχαν την προδιάθεση να κάνουν διαρκώς τα ίδια πράγματα, να τρέχουν σε γύρους χωρίς αρχή και τέλος και αδυνατούσαν να αναζητήσουν λύσεις που θα μπορούσαν να διευκολύνουν τη ζωή τους ή να την κάνουν πιο ευχάριστη.
«Οι συμπεριφορές γίνονταν συνήθειες στα στρεσαρισμένα πειραματόζωα με πολύ μεγαλύτερη ευκολία από ό, τι στα πειραματόζωα που χρησιμοποιήθηκαν ως ομάδα ελέγχου.
Και μάλιστα αυτά τα ποντίκια που έπασχαν από άγχος δεν μπορούσαν να ανακτήσουν άλλες συμπεριφορές που ήταν προτιμητέες για την επίτευξη κάποιου στόχου», ανέφερε ο δρ Σούζα. «Στην ουσία αυτό που είδαμε ήταν η γέννηση του φαύλου κύκλου του άγχους», κατέληξε.
Οι ερευνητές, για να προκαλέσουν χρόνιο άγχος στα πειραματόζωα, τα εξέθεταν επί τέσσερις εβδομάδες σε διαφορετικούς παράγοντες στρες, ήπια ηλεκτροσόκ, τα έκλειναν σε κλουβιά με άλλα πιο δυνατά και κυρίαρχα ποντίκια, διέκοπταν για μεγάλα διαστήματα την πρόσβασή τους στο νερό ή τα βουτούσαν σε αυτό. Στη συνέχεια συνέκριναν τα χρονίως στρεσαρισμένα ζώα με άλλα πειραματόζωα που δεν είχαν στρες. Τα ποντίκια που έπασχαν από χρόνιο στρες μπορούσαν να μάθουν νέες ασκήσεις, όπως να πατούν ένα μοχλό για να λάβουν λίγη τροφή ή λίγο ζαχαρόνερο, αλλά είχαν δυσκολία να αποφασίσουν πότε έπρεπε να σταματήσουν να πατάνε τον μοχλό. Αντίθετα, τα φυσιολογικά ποντίκια το αποφάσιζαν με ευκολία.
Έπειτα από «διακοπές» διάρκειας τεσσάρων εβδομάδων σε ένα περιβάλλον απελευθερωμένο από στρεσογόνους παράγοντες, τα ποντίκια που έπασχαν από χρόνιο άγχος είχαν ξαναβρεί τις ισορροπίες τους και είχαν ανακτήσει όλες τις ικανότητές τους.
Μπορούσαν να βρουν καινούργιους τρόπους για να πετύχουν αυτό που ήθελαν και να μπορούν να ξεχωρίσουν τις διάφορες καταστάσεις, ενώ δεν έκαναν άσκοπες επαναληπτικές κινήσεις.
Οι ατροφικές ενώσεις των συνάψεων στις πιο σημαντικές περιοχές του εγκεφάλου, όπως π. χ. τον προμετωπιαίο φλοιό, είχαν αποκτήσει και πάλι το φυσιολογικό τους μέγεθος, ενώ είχαν υποχωρήσει οι δενδρίτες στην περιοχή που ευθύνεται για τη δημιουργία έξεων.
Ευάλωτος ο ανθρώπινος οργανισμός
Μια εξαιρετικά σημαντική μελέτη αποδεικνύει ότι η δομή του εγκεφάλου μεταβάλλεται από το χρόνιο στρες. Πρόκειται ουσιαστικά για μια πολύ κομψή απόδειξη των εννοιών που μόλις σήμερα έχουν αρχίσει να αποκρυπτογραφούν οι ερευνητές. Όπως χαρακτηριστικά λέει ο δρ Μακιούεν του Πανεπιστημίου Ροκφέλερ «ο εγκέφαλος είναι ένα ανθεκτικό όργανο με μεγάλη πλαστικότητα».
«Οι δενδρίτες και οι συνάψεις μπορούν και ανασχηματίζονται, αυξάνονται, μικραίνουν και ανακτούν το αρχικό τους σχήμα και μέγεθος πολλές φορές κατά τη διάρκεια του βίου».
Το στρες ομολογουμένως εμφανίστηκε εντονότερα -και συνδέεται πιο πολύ- με τους ξέφρενους ρυθμούς της καθημερινότητας στη μεταβιομηχανική κοινωνία. Ωστόσο, η αντίδραση του οργανισμού σε αυτό είναι αρχέγονη. Ο βασικός σχεδιασμός αυτής της αντίδρασης, το δίκτυο που δημιουργούν ο εγκέφαλος και οι ενδοκρινείς αδένες, οι οποίοι εκκρίνουν διεγερτικές ή κατευναστικές ορμόνες, όπως, εξάλλου, και οι άλλοι παράγοντες θα μπορούσαν να είναι ίδιοι στον άνθρωπο και στα… χρυσόψαρα.
Η αντίδραση του οργανισμού στο στρες είναι απολύτως απαραίτητη για να μπορούμε να κάνουμε τους ελιγμούς που απαιτούνται στην καθημερινότητά μας, όπως παραδείγματος χάριν να αποφύγουμε έναν θηρευτή και να πιάσουμε ένα θήραμα, να καταπολεμήσουμε μια ασθένεια και να κινηθούμε πάνω στα δέντρα χωρίς να πέσουμε. Και βέβαια ακόμα και αυτή η αντίδραση είναι δυναμική, δεν μένει σταθερή. Καθώς περνάει η ημέρα, εξηγεί ο δρ Μακιούεν, οι βιοχημικοί παράγοντες που πυροδοτούν την αντίδραση στο στρες, είτε αυξάνονται είτε μειώνονται. «Τα επίπεδα κορτιζόλης και αδρεναλίνης αυξάνονται και πέφτουν, όπως και οι κυτοκίνες» εξηγεί ο επιστήμονας.
Τα όργανα που επηρεάζονται από τις ορμόνες του στρες ανταποκρίνονται απολύτως σε αυτές τις αυξομειώσεις. Η πίεση στις αρτηρίες αυξάνεται και μειώνεται, οι παλμοί της καρδιάς επιταχύνονται ή επιβραδύνονται, τα έντερα συσπώνται και χαλαρώνουν. Αυτό το σύστημα της λεγόμενης «αλλόστασης», της διατήρησης του ελέγχου παρά τις συνεχείς μεταβολές, αποτελεί το διαμετρικά αντίθετο της ομοιόστασης, που διατηρεί το pH και τη συγκέντρωση του οξυγόνου στο αίμα σταθερά.
Δυστυχώς, η ένταση με την οποία αντιδρά ο ανθρώπινος οργανισμός στο στρες τον καθιστά πολύ ευάλωτο. Εύκολα επηρεάζεται από αστάθμητους παράγοντες σε σημείο τέτοιο ώστε μπορεί να τεθεί ακόμα και εκτός λειτουργίας.
Δύσκολη η αναγνώριση του προβλήματος
Ο Ρόμπερτ Σαπόλσκι, νευροβιολόγος και ειδικός στο στρες, της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ επισημαίνει ότι πολύ συχνά το άγχος, εφόσον είναι έντονο, μεταβάλλεται σε σκοτεινό τούνελ από το οποίο όχι μόνο αδυνατούμε να βγούμε, αλλά όσο προσπαθούμε βυθιζόμαστε περισσότερο.
«Η αλήθεια είναι ότι δεν τα καταφέρνουμε καθόλου καλά στην αναγνώριση του προβλήματος. Με μεγάλη δυσκολία καταλαβαίνουμε πότε οι μηχανισμοί αντιμετώπισης του άγχους που διαθέτουμε δεν κάνουν τη δουλειά τους. Γι’ αυτό σε πολλές περιπτώσεις επαναλαμβάνουμε τις ίδιες συμπεριφορές αντί να δοκιμάσουμε κάτι καινούργιο» εξηγεί ο Αμερικανός ειδικός.
Σίγουρα η επιμονή είναι αρετή και αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο κάθε επιτυχίας στη ζωή. Όταν, όμως, το παρακάνουμε, αυτή η αρετή μεταβάλλεται απλά σε ανεξέλεγκτη επανάληψη των ίδιων και των ίδιων που καταλήγουν σε ένα φαύλο κύκλο άγχος και αποτυχίας. «Αν προσπαθήσω τώρα να κατακτήσω τον κόσμο του σύγχρονου χορού, έπειτα από μερικές απορρίψεις και αποτυχίες θα αντιληφθώ ότι πρέπει να εξασκηθώ περισσότερο» εξηγεί ο δρ Σεπόλσκι, συγγραφέας του «Γιατί οι ζέβρες δεν παθαίνουν έλκος. Μετά την εκατομμυριοστή απόρριψη ίσως θα πρέπει να καταλάβω ότι ο χορός δεν είναι μια επαγγελματική οδός που θα πρέπει να ακολουθήσω. Μόνο τότε θα μπορέσω να αρχίσω κάτι καινούργιο». Ευτυχώς, οι συμπεριφορές που συνδέονται με το χρόνιο άγχος μπορούν να αλλάξουν εύκολα.
Μας καταδιώκουν ανύπαρκτες απειλές
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος σκέφτεται υπερβολικά πολύ. Σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να αντιλαμβάνεται ανύπαρκτες απειλές, ότι δηλαδή κινδυνεύει σε κάθε συνάντηση προσωπικού ή σε κάθε συγκέντρωση συμμαθητών. Εάν βρίσκεται σε διαρκή υπερδραστηριότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα, ο μηχανισμός αποσυντονίζεται. Έτσι, οι αντιδράσεις που είναι ευπρόσδεκτες όταν είναι περιορισμένες αποδεικνύονται εξαιρετικά επικίνδυνες όταν είναι εξαιρετικά έντονες. Για να καταφέρει κάποιος να τρέξει και να ξεφύγει από τον κίνδυνο, πρέπει να αυξηθεί η αρτηριακή πίεση ώστε να δώσει περισσότερο οξυγόνο στους μυς. Ωστόσο, η διαρκώς αυξημένη πίεση προκαλεί πολλαπλά προβλήματα υγείας. Γιατί, όμως, ο εγκέφαλος που βρίσκεται υπό στρες έχει μεγαλύτερη προδιάθεση στον σχηματισμό συνηθειών; Ίσως γιατί με αυτόν τον τρόπο μπορεί να αναλάβει τις περισσότερες συμπεριφορές ο «αυτόματος πιλότος» και ο εγκέφαλος να εστιάσει το ενδιαφέρον και την προσπάθεια στην κρίση που αντιμετωπίζει εκείνη τη στιγμή. Ακόμα όμως και οι επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές που αποκτούμε, μπορεί να μεταβληθούν σε φυλακές.
Πηγή: www.kathimerini.gr The New York Times